Με την σελίδα, η οποία μου κάνει την τιμή να δημοσιεύσει το κείμενο μου, είχα επικοινωνήσει λίγες μέρες μετά το «κρέμασμα» της ρακέτας του πολυαγαπημένου και λατρευτού για μένα Roger Federer (RF).
Τότε, μην γνωρίζοντας την ύπαρξη της στήλης «η Άποψη μου», είχα ζητήσει από τον/τους διαχειριστές της σελίδας, εάν υπάρχει κάποιος τρόπος, να μου δοθεί το «βήμα», έτσι ώστε να γράψω ένα κείμενο για τον αθλητή που λάτρεψα όσο κανέναν (περισσότερο και από την ομάδα που υποστηρίζω στα ομαδικά αθλήματα), και κατάφερε να γίνει το δικό μου πρότυπο – σε βαθμό χλευασμού από τον περίγυρο μου – μιας και το άθλημα του τένις στην εποχή προ Τσιτσιπά – ήταν κάτι το άγνωστο στη πλειοψηφία του φιλάθλου κόσμου της χώρας μας, – σε βαθμό εάν μου επιτραπεί η λέξη, συντριπτικό.
Ωστόσο, όταν ξεκίνησα να γράφω το κείμενο αυτό, σκέφτηκα ότι αυτό θα ήταν ημιτελές χωρίς το άλλο «μισό» του Roger. Και το μισό αυτό είναι ο Rafael Nadal (RN). Διότι ο ένας αθλητής ολοκλήρωσε τον άλλον και όσοι είχαμε την τιμή να τους παρακολουθήσαμε δεν νομίζω να έχουμε διαφορετική γνώμη.
Από την ανέλιξη του RN, στην αέναη προσπάθεια του RF να αντιμετωπίσει αυτόν τον ασυνήθιστο αριστερόχειρα από τη Μαγιόρκα, την περίοδο ωριμότητας των δυο αυτών τενιστών με την πάροδο των χρόνων, την σταδιακή πτώση του RF λόγω ηλικίας, σε συνδυασμό με την άνοδο άλλων ελπιδοφόρων και διψασμένων τενιστών (Novak Djokovic, Andy Murray etc.) την ανάκαμψη και των 2 ταυτόχρονα, σε συνδυασμό με την απουσία του Novak το 2017-2018 σαρώνοντας όλους τους μεγάλους τίτλους, και μονοπωλώντας την τενιστική σκηνή, και τέλος την απόσυρση του RF λόγω ηλικίας (διότι ουδείς, ουδέποτε δεν νίκησε τον αμείλικτο χρόνο) και τραυματισμών και το συνεχή αγώνα του RN να κρατηθεί σε ανταγωνιστικό για τα δικά του «στάνταρ» επίπεδα παρά τους επαναλαμβανόμενους τραυματισμούς.
Το τένις είναι αυτοί οι δύο. Και ότι και αν γράψω εγώ ή ο οποιοσδήποτε, αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει στο σύντομο μέλλον ή και ποτέ. Ναι, πρέπει να υποκλιθούμε (όσο και αν η λέξη αυτή δεν μου αρέσει διότι υποδηλώνει δουλοπρέπεια) στον τεράστιο Novak Djokovic (ND).
Ένα παιδί μεγαλωμένο στην εμπόλεμη – λόγω Γιουγκοσλαβικών πολέμων – τότε Σερβία το οποίο είχε ως όνειρο και στόχο ζωής να γίνει ο καλύτερος τενίστας που έπιασε πότε ρακέτα στα χέρια του. Και το κατάφερε. Μπορεί, να μη χαίρει της καθολικής αναγνώρισης που έχουν οι δύο προαναφερθέντες, – σε βαθμό ειδωλολατρίας – αλλά τα όσα έχει καταφέρει ο ND μιλούν από μόνα τους.
Ο άνθρωπος δεν είχε ούτε το θείο χάρισμα του RF, ούτε την αδιανόητη μαχητικότητα και το refuse to lose του RN. Απλά πίστεψε στον εαυτό του (όπως οφείλει ο κάθε επαγγελματίας αθλητής) και με αμέτρητες ώρες σκληρής δουλείας κατάφερε να ξεκλειδώσει το μέγιστο potential του. Το επίπεδο τένις που παρουσίασε ο ND ορισμένες σαιζόν δεν έχει παρουσιαστεί ξανά ποτέ στην ιστορία του αθλήματος και αμφιβάλλω εάν θα παρουσιαστεί ξανά. Όλοι τον χαρακτήριζαν σαν μια μηχανή και ο χαρακτηρισμός αυτός ήταν ο ιδανικός. Ο άνθρωπος ήταν ένα αμυντικό τείχος το οποίο σίγα σίγα και με τις κατάλληλες προσθαφαιρέσεις ανθρώπων-ειδικών στην ομάδα του εξελίχθηκε και σε ένα επιθετικό υπερόπλο και ιδιαιτέρως καλό και αξιόπιστο από τη γραμμή του σερβίς.
Με απλά λόγια ο ND κατάφερε να κάνει αυτό που κάναμε η γενιά των ‘90s στον αγαπημένο μας ποδοσφαιριστή στα games του PS1/PS2. Έφτασε όλο το skillset στο 99 (το 100 δεν «υπάρχει»).
Όσο και αν το αξίζει, και με το παραπάνω ο ND, οι εν λόγω γραμμες ωστόσο δεν γράφονται για τον ίδιο, αλλά για τους Roger Federer & Rafael Nadal ή εάν προτιμάτε για τους Rafael Nadal & Roger Federer διότι στα μάτια μου δεν υπάρχει καμία διαφορά.
Θα ξεκινήσω από τον άνθρωπο τον οποίο κατάφερα να αγαπήσω (!) και ας μην είχα την τύχη και την ευλογία να τον γνωρίσω ποτέ από κοντά.
Ξεκίνησα λόγω του πατέρα μου, να παρακολουθώ τέννις λίγο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 όντας τότε 11 χρόνων. Από ότι μου έχει πει ο πατέρας μου μαζί παρακολουθούσαμε τον ημιτελικό του Αυστραλιανού Όπεν την επόμενη χρόνια το 2005 όπου ο Federer ηττήθηκε από τον μετέπειτα νικητή Marat Safin παρότι είχε ξεκινήσει να σαρώνει τα πάντα στον δρόμο του. Η χρόνια αυτή ολοκληρώθηκε με την 3η νίκη του Federer στο Wimbledon και την 2η συναπτή νίκη του στο Us Open.
Η πρώτη μου ανάμνηση από το άθλημα αυτό ωστόσο ήταν ο τελικός του Αυστραλιανού Όπεν την αμέσως επόμενη χρονιά (2006) όπου ο RF συνάντησε τον «δικό μας» (;) Μάρκο Παγδατή. Το αποτέλεσμα λίγο πολύ γνωστό σε όλους, ωστόσο δεν θέλω να σταθώ εκεί. Θέλω να σταθώ στο τι έκανε αυτός ο τενίστας σε ένα 12-χρόνο παιδί, και πως χαράχτηκε ανεξίτηλα στο μυαλό του. Ο τρόπος που κινούνταν στο court. Τα χτυπήματα που επέλεγε να χρησιμοποιήσει παρουσιάζοντας τεράστια ποικιλία (aka every shot in the book). Η ευκολία που τα χρησιμοποιούσε. Ότι οι αντίπαλοι του πάσχιζαν να βρουν τρόπους να τον αντιμετωπίσουν χύνοντας τόνους ιδρώτα και εκείνος φαινόταν ακούραστος χωρίς καν να έχει ιδρώσει ή χωρίς να καταβάλλει ιδιαίτερη προσπάθεια για να κάνει τα όσα κάνει.
Για ένα παιδί παντελώς άσχετο με το άθλημα, όλα αυτά ήταν άγνωστα. Ωστόσο ήταν κάτι παραπάνω από εντυπωσιακά και συνάμα αρκετά για να κάνουν το παιδί αυτό να δει ακόμα έναν αγώνα τένις του εν λόγω αθλητή, και ακόμα ένα και μετά από tracking ολόκληρης της καριέρας του Ελβετού θρύλου να μπορώ να λεω με περηφάνια πως έχω παρακολουθήσει πάνω από 1000 live αγώνες του σε όλα τα σημεία του πλανήτη, σε απάνθρωπες για εμάς ώρες σε διάφορες συνθήκες – εντός εξεταστικής, σε διακοπές, σε σημεία που ο τηλεφωνικός μου πάροχος αδυνατούσε να έχει σήμα κ.α. –
Για ένα παιδί όσο μεγαλώνει η λέξη «νίκη» είναι ιδιαίτερα σημαντική – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει να διδασκόμαστε την έννοια της «ήττας» και τη σημασία αυτής – Είτε αυτό πρόκειται για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στο σχολείο, είτε για έναν διαγωνισμό, είτε έναν αγώνα στην τηλεόραση είτε χίλια δυό άλλα πράγματα. Την εποχή αυτή ο Roger μεσουρανούσε. Δεν υπήρχε άνθρωπος ο οποίος να μπορούσε να ορθώσει ανάστημα απέναντι του. Μεγάλοι τενίστες πριν από εκείνον ( Andy Roddick, Marat Safin, Αndre Agassi κ.α. ) φάνταζαν μπροστά του τενίστες της σειράς.
Κανένας δεν μπορούσε να βρει το αντίδοτο για την «ελβετική αμαξοστοιχεία» η οποία μετακινόυνταν από χώρα σε χώρα και από τουρνουά σε τουρνουα με εκατοντάδες χιλιόμετρα και δεν μπορούσε να σταματηθεί από κανέναν.
Τότε στον τενιστικό κόσμο υπήρχαν ψίθυροι και φήμες για έναν υπερταλαντούχο αριστερόχειρα από την Μαγιόρκα της Ισπανίας ο οποίος το 2004 είχε καταφέρει να κερδίσει τον RF στο τουρνουα 1000 πόντων στο Μαϊάμι αλλά μέχρι και την άνοιξη του επόμενου έτους δεν είχε καταφέρει να καταθέσει ακόμη τα διαπιστευτήρια του.
Για τους περισσότερους αυτό θα ήταν απλά μια αναλαμπή, μια κακή μέρα στο «γραφείο» του RF και μια τρομερά καλή μέρα στο «γραφείο» του RN. Ωστόσο, όποιος είδε τον αγώνα είτε live (εγώ δεν ήμουν ένας από αυτούς) είτε μέσω του TennisTV Archives (όπως εγώ) και έχοντας μια μικρή επαφή από με το άθλημα θα μπορούσε να καταλάβει ότι αυτή η εμφάνιση του RN υπονοούσε πολύ περισσότερα από την πρόκριση στον επόμενο γύρο. Ένας – μέχρι τότε παντελώς άγνωστος 17-χρόνος – πάλευε με όλες τους τις δυνάμεις για κάθε πόντο. Φώναζε για κάθε πόντο. Έτρεχε σε κάθε σημείο του γηπέδου για κάθε πόντο. Πανηγύριζε έξαλλα μετά από κάθε μεγάλο/σημαντικό πόντο. Τα fundamentals του Rafa υπήρχαν και τότε στην «άγουρη» ηλικία των 17 ετών απλά κανένας δεν μπορούσε να τα διακρίνει.
Η συνέχεια λίγο πολύ γνωστή σε όλους τους φαν του αθλήματος. Ο Roger να παρασύρει στο δρόμο του όποιον έβρισκε μπροστά του και όταν το format του εκάστοτε τουρνουά τον έφερνε αντιμέτωπο με τον Rafa να υπάρχει μια εν δυνάμει τιτανομαχία. Ο Rafa άρχισε σιγά σιγά να σκαρφαλώνει τις θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης (no2 από το 2005 μέχρι και το 2008 όπου «εκθρώνισε» τον Federer στο Wimbledon για να γίνει no1), να κερδίζει τουρνουά να αποδεικνύει ότι αποτελεί άξιο συνεχιστή της ισπανικής σχολής όντας σπεσιαλίστας στο χώμα αλλά ουδείς δεν φανταζόταν αυτό το οποίο θα ακολουθούσε.
Τα όσα έκανε ο Rafa στην – κατά γενική ομολογία – πιο δύσκολη επιφάνεια του αθλήματος – το χώμα – θα έχουν να μνημονεύονται για αιώνες στο άθλημα και θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο που τα παρακολούθησε ακόμη και αν με πλήγωναν συνεχώς σαν φίλαθλο του Ρότζερ.
Τι να πρωτοσχολιάσω; Το 81-0 σε χωμάτινες επιφάνειες το οποίο και κράτησε κάτι περισσότερο από 2 χρόνια; Τις 11 ή 10 κατακτήσεις των τουρνουά του Μόντε Κάρλο και Ρώμης αντίστοιχα; Τους 14 τίτλους στο Roland Garros; Ρεκόρ σε Grand Slam τουρνουα 112-4 ; Εκ των οποίων όσοι είναι πραγματικοί γνώστες του αθλήματος θα γνωρίζουν ότι η ήττα από τον ND το 2015 δεν θα έπρεπε καν να προσμετράται (ήταν τραυματίας) και η ήττα από τον Zverev το 2024 επίσης για τον ίδιο λόγο. Ουσιαστικά ο Rafa ολοκλήρωσε το δυσκολότερο grand slam με το εξωπραγματικό ρεκόρ 114-2 (μόνες ήττες το 2009 από τον Robin Soderling και η ήττα του από την σερβομηχανή τον ND το 2021 στον ημιτελικό).
Κατά την ταπεινή μου άποψη τέτοια παντοκρατορία (έστω και σε ένα κομμάτι του αθλήματος – αναφορικά με την επιφάνεια – ) δεν έχει υπάρξει ποτέ και πουθενά σε κανένα ομαδικό ή ατομικό άθλημα. Πάντα κάποιος έφτανε κοντά στον σπεσιαλίστα. Στη περίπτωση του Ράφα το χάσμα που υπήρχε μεταξύ αυτού και των αντιπάλων του στο χώμα ήταν χαώδες. Ακόμη και χρονιές όπου ο ND ξεπερνούσε τα όρια της λογικής – και τα δικά του – πάλι δεν κατάφερε να πιεί νερό από την πηγή (βλ. Roland Garros 2013 κ.α.).
Από την μια είχαμε στα mid 00’s τον Ρότζερ που ήταν εξαιρετικός σε όλες τις επιφάνειες έτσι ώστε να κερδίσει τον οποιονδήποτε με εξαίρεση τον Ράφα στο χώμα και από την άλλη είχαμε τον Ράφα που ήταν ο βασιλιάς του χώματος (aka king of clay) και προσπαθούσε να αμφισβητήσει την παντοκρατορία του Federer στις υπόλοιπες επιφάνειες με επιτυχή αποτελέσματα πολλές φορές (Wimbledon 2008, Australian Open 2009 κ.α.).
Τα όσα έγραψα παραπάνω αποδεικνύουν θεωρώ τον λόγο για τον οποίο δεν υπάρχει Ρότζερ χωρίς Ράφα και Ράφα χωρίς Ρότζερ.
Θα μπορούσα πραγματικά να συνεχίσω να γράφω με τις ώρες. Θεωρώ πως παρά το μακρόσυρτο κείμενο μου δεν έχω γράψει ούτε τα μισά από όσα θα ήθελα. Αλλά δεν θέλω να γίνω και κουραστικός – που μάλλον ήδη έγινα – σε όσους μπουν στον κόπο να διαβάσουν τις σκέψεις μου στο “χαρτί”
Το ότι μετά την απόσυρση του Federer η όρεξη μου για να βλέπω τένις μειώθηκε κατά 70% λέει πολλά. Πλέον χωρίς τον Ράφα η όρεξη αυτή μειώθηκε ακόμη περισσότερο. Το τένις προχωράει όπως τα πάντα στη ζωή. Ωστόσο το αποτύπωμα των δυο αυτών θρύλων θα μείνει ανεξίτηλο όσα χρόνια και αν περάσουν. Υπάρχουν συνεχιστές / πρεσβευτές του αθλήματος.
Και ο Alcaraz και ο Sinner δείχνουν ότι μπορούν να μας χαρίσουν τρομερές στιγμές και συγκινήσεις στο μέλλον. Μακάρι και το «δικό μας» παιδί ο Στέφανος να βάλει σε μια τάξη τα πράγματα και να κάνει όσα χρειάζονται έτσι ώστε να κάνει το breakthrough on time και να μην αφήσει τον χρόνο να τον παρασύρει μένοντας στην ιστορία ένα τεράστιο «Whatif».
Κλείνοντας θα ήθελα να επαναλάβω πόσο ευλογημένος αισθάνομαι που υπήρξα παιδί εν συνεχεία έφηβος και μετά ενήλικας στην εποχή των 2 αυτών αξεπέραστων θρύλων του αθλήματος. Η ιστορία του τένις (και γενικά όλων των αθλημάτων) έχει δημιουργήσει countless rivalries. Δεν θυμάμαι ή εάν προτιμάτε δεν γνωρίζω ποτέ rivalry να έχει διαμορφώσει ένα ολόκληρο άθλημα και εν τέλει να καταλήξει σε «αγάπη» μεταξύ 2 συνδαιτυμόνων.
Πρόταση μου προς όλους τους φίλους της σελίδας ή όποιον μπει στον κόπο να διαβάσει τα όσα έγραψα είναι να αγαπούν το άθλημα ανιδιοτελώς να σταματήσουν να σκοτώνονται δίχως λόγο σε σχόλια διαφόρων δημοσιεύσεων να μυηθούν οι ίδιοι και τα παιδιά τους σε έννοιες όπως το «Ευ αγωνίζεσθαι», «ευγενή άμιλα» κ.α.
Ο αιώνιος θαυμαστής του Ρότζερ και του αθλήματος
Βασιλάκος Αλέξανδρος
“Η άποψή μου” είναι μια θεματική στήλη του Tennis24, ικανοποιώντας έτσι την “ανάγκη” των αγνών φιλάθλων να εκφράσουν την γνώμη τους για οποιοδήποτε θέμα (τενιστικό) τους απασχολεί.
Τα κείμενα τα οποία θα αποστέλλονται ηλεκτρονικά στο info@tennis24.gr, θα πρέπει να είναι ολοκληρωμένα, με ονοματεπώνυμο, συντακτικά ορθά (τόνους, διαστήματα, παράγραφοι, όχι κεφαλαία) και φυσικά να σέβονται τον αναγνώστη και το ίδιο το άθλημα, σε κόσμιο και τενιστικό πλαίσιο. Aν θέλετε να επισυνάψετε και μια φωτογραφία της αρεσκείας σας, θα πρέπει να έχει διάσταση πάνω από 1050×600 pixels σε jpg μορφή, διαφορετικά θα επιλέξουμε εμείς μια αντιπροσωπευτική για το άρθρο σας.