Μετά από δύο συνεχόμενους χαμένους τελικούς Major μέσα στη χρονιά από τον Τζόκοβιτς, σε Μελβούρνη και Παρίσι, ο Άντι Μάρεϊ θριαμβεύοντας στο φετινό Wimbledon, ήρθε να επικυρώσει όχι μόνο τη σταθερότητα η οποία ανέκαθεν τον διέκρινε ως παίκτη , αλλά και την άνοδο που έχει παρουσιάσει το επίπεδό του παιχνιδιού του.
Κάτι το οποίο είχαμε επισημάνει εδώ και αρκετό καιρό και τα φετινά του σπουδαία αποτελέσματα μέχρι στιγμής το φανερώνουν.
Η συνολική εικόνα που παρουσιάζει μέσα στη χρονιά ο Μάρεϊ και η συνέπεια που δείχνει, αποτυπώνεται και στον πίνακα της ATP Race, αφού βλέπουμε ότι απέχει μόλις 815 πόντους από το αδιαφιλονίκητο Νο1 της παγκόσμιας κατάταξης Νόβακ Τζόκοβιτς.
Σε αυτήν την εμφανή ποιοτική άνοδο του παιχνιδιού του και στη γενική οπτική που αντιμετωπίζει τα παιχνίδια, αναμφισβήτητα έχει παίξει καθοριστικό ρόλο ο Ιβάν Λεντλ. Δε μπορεί να είναι τυχαίο, ότι και στις τέσσερις μεγαλύτερες επιτυχίες μέχρι τώρα της καριέρας του, τους τρεις τίτλους Grand Slam και το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στο Λονδίνο, στο κέντρο του box του ως προπονητής του, ήταν ο Λεντλ.
Ο Σκωτσέζος έχει μετατραπεί, από έναν κατά κανόνα full αμυντικογενή παίκτη που ήταν κάποτε, σε έναν τενίστα που παίρνει πια περισσότερα ρίσκα και επιθετικές πρωτοβουλίες, δείχνει μεγαλύτερο πλουραλισμό στο παιχνίδι του και εκμεταλλεύεται πιο πολλές πτυχές του αδιαμφισβήτητου ταλέντου του.
Είναι πολύ πιθανό, αυτή η ποιοτική βελτίωση του παιχνιδιού του να είχε φανεί και πριν κάποια χρόνια, μετά την κατάκτηση των δύο πρώτων του Slam σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη τη διετία 2012-13, αλλά μην ξεχνάμε τους σοβαρούς τραυματισμούς που υπέστη αμέσως μετά από εκείνες τις επιτυχίες και που σαφώς, έπαιξαν σημαντικότατο αρνητικό ρόλο στην ταχύτερη ανέλιξή του.
Αυτά τα δύο στοιχεία λοιπόν, η σταθερότητα και αυτό το «κάτι παραπάνω» που έχει δώσει στο παιχνίδι του, τον οδήγησαν στην κατάκτηση του 3ου Grand Slam της καριέρας του, στα γήπεδα του All England Club. Παρουσίασε ένα πολύ σοβαρό αγωνιστικό πρόσωπο σε όλη τη διάρκεια του τουρνουά, φτάνοντας δίκαια ως το τέλος της διαδρομής, με το τρόπαιο να καταλήγει στα δικά του χέρια. Ήταν από τα πολύ μεγάλα φαβορί και το επιβεβαίωσε.
Σαφώς στο ματς τίτλου ο Βρετανός, είδε με ανακούφιση να μη βρίσκεται απέναντί του κανένας από τους δύο κακούς του δαίμονες που του έχουν στερήσει πολλούς τίτλους Major σε τελικούς, ο Νόβακ Τζόκοβιτς ή ο Ρότζερ Φέντερερ, αλλά ο πρωτάρης Μίλος Ράονιτς. Ένα γεγονός βέβαια, για το οποίο δε φέρει καμία «ευθύνη» ο Άντι…Αυτός, ήταν συνεπής στο ραντεβού της Κυριακής στο Center Court, o Νόβακ και ο Ρότζερ όχι…Και φυσικά, άδραξε την τεράστια ευκαιρία που του παρουσιάστηκε.
Ο Νόβακ Τζόκοβιτς, μετά την ολοκλήρωση του ονείρου της κατάκτησης του Roland Garros, παρουσιάστηκε σχεδόν αγνώριστος στο Λονδίνο, σύμφωνα πάντα με τα απίστευτα στάνταρ απόδοσης που μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Έβγαζε ένα πρόσωπο στο court και κυρίως φυσικά στον αγώνα που αποκλείστηκε από τον Κουέρι, ελαφρώς κουρασμένο, κάπως κορεσμένο ίσως από τις ανείπωτες διαδοχικές επιτυχίες του, με μειωμένο ενδεχομένως ζήλο, όρεξη και πάθος, συγκριτικά με το eye of the tiger που τον χαρακτηρίζει πάντα.
Είδαμε όλοι, ότι από τον big Sam δεν έχασε οριακά, έχασε καθαρά, προβληματίζοντας με την αγωνιστική κατάσταση που βρέθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα ραντεβού της σεζόν, διακόπτοντας παράλληλα το εκπληκτικό σερί θριάμβων που είχε στις τελευταίες Grand Slam διοργανώσεις.
Θα έχει όντως μεγάλο ενδιαφέρον, στα επόμενα τουρνουά που ακολουθούν μέσα στο καλοκαίρι, να δούμε αν αυτή η μέτρια εικόνα που παρουσίασε ο Νόλε στο Λονδίνο ήταν παροδική και απλώς ένα διάλλειμα περιστασιακής κάμψης ή όχι. Προσωπική μου εκτίμηση είναι πως ήταν απλά μια κακή παρένθεση και πως ο μεγάλος Σέρβος σύντομα θα επανέλθει εκεί που τον ξέρουμε…
Για τον Ρότζερ Φέντερερ, τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά. Ο Φέντερερ ήρθε και φέτος στο Wimbledon, με αποκλειστικό στόχο τον τίτλο, όπως συμβαίνει άλλωστε κάθε χρονιά στο συγκεκριμένο τουρνουά, που έχει γράψει χρυσή ιστορία με 7 κατακτήσεις και 10 τελικούς. Ακόμα και φέτος, που είναι μια κάκιστη χρονιά για τα δεδομένα του μαέστρου, αφού έχει πληγεί για πρώτη φορά στην καριέρα του από τόσους αλλεπάλληλους τραυματισμούς.
Ο αναπάντεχος αποκλεισμός του Τζόκοβιτς τόσο νωρίς, αναμφίβολα ενίσχυσε τις ελπίδες του μεγάλου Ελβετού και έδειχνε να ανοίγει το δρόμο για τον 8ο τίτλο του στο Λονδίνο, κάτι που δήλωνε και ο ίδιος. Το πάθος και η πίστη του για την κατάκτηση του 18ου Major της καριέρας του, φάνηκε και στην τρομακτική ανατροπή που έκανε στον προημιτελικό με τον Τσίλιτς, επί ενός Τσίλιτς που για πρώτη φορά θύμισε μέρες US OPEN του ’14…
Η μεγάλη ζημιά όμως τελικά για τον Φέντερερ, ήρθε στον ημιτελικό με τον Ράονιτς, την ώρα που δε νομίζω να υπολόγιζε κανείς και κυρίως ο ίδιος ο Ρότζερ…Στο δωδέκατο game του 4ου σετ και ενώ το momentum του αγώνα έδειχνε καθαρά να γέρνει υπέρ του Ελβετού, ένα φαινομενικά πανεύκολο love service game του, το «μετέτρεψε» με δική του αποκλειστική ευθύνη ίσως από έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης, σε break του Ράονιτς που έδωσε το σετ και την ισοφάριση στον Καναδό και στην πορεία και τη νίκη, επί ενός απογοητευμένου και ίσως κουρασμένου Φέντερερ στο 5ο και καθοριστικό σετ.
Μια ήττα που αναμφίβολα και με τον τρόπο που ήρθε, πλήγωσε πολύ τον επτάκις πρωταθλητή του Wimbledon, γεγονός το οποίο παραδέχθηκε και ο Ρότζερ. Ακόμα και αν απέναντί του είχε έναν Ράονιτς, που εκείνο το απόγευμα πραγματοποίησε το καλύτερο παιχνίδι της ζωής του, με ένα service διαστημικό και με ένα forehand που εκτόξευε ρουκέτες…
Αναντίρρητα, χάθηκε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία και με τις επικρατούσες συνθήκες, για τον Φέντερερ, να διεκδικήσει με πολύ μεγάλες πιθανότητες την κατάκτηση ενός ακόμα τίτλου στο πολυαγαπημένο του Wimbledon. Απλά μόνο να σημειώσουμε, ότι με την 40η του παρουσία σε έναν ημιτελικό Major, στην ηλικία των 35 του και όντας στο Νο 3 της παγκόσμιας κατάταξης, συνεχίζει να διαψεύδει τις διάφορες κακοπροαίρετες «Κασσάνδρες», που χρόνια τώρα επιμένουν να τον θεωρούν «ξοφλημένο» και να προβλέπουν σύντομα το αγωνιστικό του τέλος…
Εκτός, αν oi δύο ημιτελικοί του σε τουρνουά Grand Slam φέτος στις ισάριθμες παρουσίες του και σε μια τόσο άτυχη σεζόν για τον ίδιο, είναι ενδείξεις «ξοφλημένου» τενίστα…
Οφείλουμε να ομολογήσουμε, ότι η απουσία από τον τελικό των Τζόκοβιτς-Φέντερερ, αφαίρεσε αρκετή από τη λάμψη που δίνει η εμβληματική τους υπόσταση όταν βρίσκονται μέσα στο court και ειδικά σε αγώνες όπως αυτός, που κρίνεται ένας τίτλος Grand Slam. Και σίγουρα το φετινό ζευγάρι του τελικού Μάρεϊ-Ράονιτς, δεν το περιέβαλλε αυτή η «χρυσόσκονη» άλλων παρόμοιων αγώνων που έχουμε παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια.
Πέραν τούτου, είχαμε την εύκολη επικράτηση τελικά του ξεκάθαρου φαβορί που ήταν ο Σκωτσέζος. Ο Ράονιτς, ο σαφώς βελτιωμένος φέτος Ράονιτς, δε μπόρεσε σε κανένα σημείο του παιχνιδιού να σταθεί πραγματικά ανταγωνιστικός απέναντι στον πολύπειρο από τέτοιες καταστάσεις Μάρεϊ.
Από τη στιγμή την οποία ο Βρετανός, του αποδυνάμωσε με τις εκπληκτικές επιστροφές του, το μεγαλύτερο όπλο του που είναι το service, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Ο Καναδός, θα έπρεπε να επαναλάβει μέσα σε δύο μέρες την απίστευτη εμφάνιση που έκανε στον ημιτελικό και απέκλεισε τον Φέντερερ για να έχει ελπίδες τίτλου, αλλά η παρουσία του στον τελικό απείχε παρασάγγας από εκείνο το κορυφαίο του παιχνίδι.
Η κατάκτηση του φετινού Wimbledon από τον Άντι Μάρεϊ, δεν έρχεται μόνο προς επίρρωση των προαναφερθέντων, περί της σταθερότητάς του και της ποιοτικής του βελτίωσης, αλλά καταδεικνύει παράλληλα, ότι ο Βρετανός πρωταθλητής θα είναι και στη συνέχεια της σεζόν ένα από τα πιο βαριά χαρτιά στη διεκδίκηση των επόμενων τίτλων.
Αυτήν τη στιγμή ο Μάρεϊ, δείχνει να είναι ίσως στην καλύτερη αγωνιστική κατάσταση που βρέθηκε ποτέ και συγχρόνως στην πιο ώριμη και δημιουργική φάση της καριέρας του.
Ο μεγαλύτερος αλλά και δυσκολότερος στόχος του, το μεγάλο του όνειρο και δεν το κρύβει, είναι η αναρρίχηση κάποια στιγμή στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης. Γνωρίζει φυσικά το μέγεθος της δυσκολίας αυτού του εγχειρήματος, αφού το εμπόδιο του Νόβακ Τζόκοβιτς, που έχει κάνει ολοκληρωτική κατάληψη αυτής της θέσης, στην παρούσα φάση δείχνει πελώριο.
Ο σπουδαίος όμως Βρετανός τενίστας, είναι σίγουρο ότι θα προσπαθήσει με όλες του τις δυνάμεις γι’αυτόν τον μεγαλεπήβολο στόχο, γεγονός που προσδίδει μεγαλύτερο σασπένς και που αυξάνει ακόμα περισσότερο τον ανταγωνισμό στην κορυφή.
Μάνος Παπαδάκης – m.papadakis@tennis24.gr